άβυσσος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ Αλλαγή τίτλων σε πρότυπα |
||
Γραμμή 35: | Γραμμή 35: | ||
*Κορεατικά: |
*Κορεατικά: |
||
*Κουρδικά: |
*Κουρδικά: |
||
*[[Κρη]]/[[Κρι]]: |
* [[Κρη]]/[[Κρι]]: |
||
*Κροατικά: |
*Κροατικά: |
||
|} |
|} |
Αναθεώρηση της 22:03, 8 Νοεμβρίου 2006
Πρότυπο:-ουσ- άβυσσος θηλυκό
- μεγάλο και απότομο βάθος σε πηγάδι, λίμνη, θάλασσα
- βαθύ χάσμα γης, βάραθρο
- απέραντη, αμέτρητη, χαώδης έκταση
- (μφτ.) το πιο βαθύ σημείο της ψυχής, της καρδιάς
|
|