inquiéter: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) ετυμολογία |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) - |
||
Γραμμή 10: | Γραμμή 10: | ||
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} |
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} |
||
# {{μτβ}} [[ανησυχώ]] κάποιον, προκαλώ [[ανησυχία]] σε κάποιον |
# {{μτβ}} [[ανησυχώ]] κάποιον, προκαλώ [[ανησυχία]] σε κάποιον |
||
# '''s'inquiéter'': {{αμτβ}} [[ανησυχώ]], έχω ανησυχία για κάτι |
|||
[[en:inquiéter]] |
[[en:inquiéter]] |
Αναθεώρηση της 10:33, 13 Δεκεμβρίου 2009
- inquiéter < Πρότυπο:ετυμ la inquietare
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Πρότυπο:-ρημ- inquiéter (fr)
- (μεταβατικό) ανησυχώ κάποιον, προκαλώ ανησυχία σε κάποιον