τρέφω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +fr:τρέφω
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
Γραμμή 20: Γραμμή 20:


{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}
{{(}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|feed}}
* {{en}} : {{τ|en|feed}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
Γραμμή 26: Γραμμή 26:
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
{{-}}
{{μτφ-μέση}}
* {{fr}} : {{τ|fr|nourrir}}
* {{fr}} : {{τ|fr|nourrir}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
Γραμμή 62: Γραμμή 62:
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} -->
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{)}}


{{κλείδα ταξινόμησης|τρεφω}}
{{κλείδα ταξινόμησης|τρεφω}}

Αναθεώρηση της 17:05, 6 Φεβρουαρίου 2010

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

τρέφω < αρχαία ελληνική τρέφω

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Πρότυπο:-ρημ- τρέφω

  1. παρέχω σε κάποιον τροφή, φαγητό
  2. παρέχω σε κάποιον τα μέσα για να ζήσει
  3. έχω, νιώθω
    τρέφω μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του
  4. αφήνω να αναπτυχθεί
    τρέφω μούσι
  5. εκτρέφω ζώα
  6. (για τραύμα / πληγή) επουλώνομαι, κλείνω

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-