δέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ iwiki +ko:δέρνω |
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους |
||
Γραμμή 22: | Γραμμή 22: | ||
{{-μτφ-}} |
{{-μτφ-}} |
||
{{ |
{{μτφ-αρχή}} |
||
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} --> |
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} --> |
||
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} --> |
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} --> |
||
Γραμμή 29: | Γραμμή 29: | ||
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
||
* {{fr}} : {{τ|fr|battre}} |
* {{fr}} : {{τ|fr|battre}} |
||
{{-}} |
{{μτφ-μέση}} |
||
* {{de}} : {{τ|de|schlagen}}, {{τ|de|prügeln}} |
* {{de}} : {{τ|de|schlagen}}, {{τ|de|prügeln}} |
||
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
||
Γραμμή 64: | Γραμμή 64: | ||
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} --> |
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} --> |
||
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} --> |
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} --> |
||
{{μτφ-τέλος}} |
|||
{{)}} |
|||
{{κλείδα ταξινόμησης|δερνω}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|δερνω}} |
Αναθεώρηση της 21:21, 6 Φεβρουαρίου 2010
- δέρνω < αρχαία ελληνική δέρω
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Πρότυπο:-ρημ- δέρνω (μεσοπαθητικό δέρνομαι)
- χτυπάω κάποιον με το χέρι ή με άλλο όργανο
- ≈ συνώνυμα: βαρώ, καταχερίζω, ξυλοφορτώνω, ξυλοκοπώ
- κάποιοι αλήτες τον έδειραν για πλάκα
- ≈ συνώνυμα: βαρώ, καταχερίζω, ξυλοφορτώνω, ξυλοκοπώ
- εκτίθεμαι σε κάτι που πέφτει πάνω μου με ορμή
- βάζω κάποιον σε ταλαιπωρίες, προκαλώ σε κάποιον δεινά
- (για ιδιότητα) χαρακτηρίζω
- τι εγωισμός σας δέρνει!
- (μεταφορικά) επικρατώ σε μια αναμέτρηση (π.χ. άθλημα, διαγωνισμό) με μεγάλη διαφορά
- με τα επιχειρήματά του έδειρε τις αντίθετες απόψεις στη συνέλευση