αἴνιγμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
μ iwiki -en:αίνιγμα +en:αἴνιγμα, is:αἴνιγμα |
||
Γραμμή 74: | Γραμμή 74: | ||
{{κλείδα ταξινόμησης|αινιγμα}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|αινιγμα}} |
||
[[en: |
[[en:αἴνιγμα]] |
||
[[is:αἴνιγμα]] |
Αναθεώρηση της 02:23, 14 Φεβρουαρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αἴνιγμα < αἰνήσσομαι αρχαία ελληνική
Ουσιαστικό
αἴνιγμα ουδέτερο
- το δυσνόητο, το ερώτημα που μένει αναπάντητο ή επιδέχεται ποικίλες απαντήσεις, το δυσερμήνευτο, ο γρίφος, η σπαζοκεφαλιά
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά (grc)
Μεταφράσεις
αἴνιγμα
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αινιγμα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αἴνιγμα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αινιγμα».