νορβηγικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{δείτε|:Κατηγορία: Νορβηγική γλώσσα}}
{{δείτε|:Κατηγορία: Νορβηγική γλώσσα}}
{{=el=}}
=={{-el-}}==


==={{ετυμολογία}}===
{{-ετυμ-}}
Από το επίθετο [[νορβηγικός]], στον πληθυντικό του ουδέτερου.
Από το επίθετο [[νορβηγικός]], στον πληθυντικό του ουδέτερου.
{{-ουσ-|el}}
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{οπλ}}
'''{{PAGENAME}}''' {{οπλ}}
* Η νορβηγική γλώσσα, η γλώσσα που μιλιέται στη [[Νορβηγία]]. Έχει δύο επίσημες διαλέκτους (δείτε: [[νεονορβηγικά]]).
* Η νορβηγική γλώσσα, η γλώσσα που μιλιέται στη [[Νορβηγία]]. Έχει δύο επίσημες διαλέκτους (δείτε: [[νεονορβηγικά]]).
: <!-- ''Πρόταση-παράδειγμα.'' -->



{{-συγγ-}}
===={{συγγενικά}}====
* [[νορβηγικός]]
* [[νορβηγικός]]
* [[Νορβηγία]]
* [[Νορβηγία]]
* [[Νορβηγός]]
* [[Νορβηγός]]


===={{βλέπε}}====
{{-βλεπ-}}
* [[νεονορβηγικά]]
* [[νεονορβηγικά]]


===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|Norwegian}}
* {{en}} : {{τ|en|Norwegian}}
Γραμμή 68: Γραμμή 68:




==={{ετυμολογία}}===

{{-ετυμ-}}
'''{{PAGENAME}}''' < [[νορβηγικός]]
'''{{PAGENAME}}''' < [[νορβηγικός]]
{{-επιρ-|el}}
==={{επίρρημα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
* χρησιμοποιώντας τη νορβηγική γλώσσα
* χρησιμοποιώντας τη νορβηγική γλώσσα


===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 151: Γραμμή 150:
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}
==={{μορφή επιθέτου|el}}===
{{-μορφ-επιθ-|el}}
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|νορβηγικό}}
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|νορβηγικό}}

Αναθεώρηση της 05:45, 14 Φεβρουαρίου 2010

Δείτε επίσης: Κατηγορία: Νορβηγική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Από το επίθετο νορβηγικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου.

Ουσιαστικό

νορβηγικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό


Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις


Ετυμολογία

νορβηγικά < νορβηγικός

Επίρρημα

νορβηγικά

  • χρησιμοποιώντας τη νορβηγική γλώσσα

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

νορβηγικά

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «νορβηγικα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'νορβηγικά'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «νορβηγικα».