συντομογραφία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{=el=}} |
|||
=== Ετυμολογία === |
|||
{{-ετυμ-}} |
|||
=== Ουσιαστικό === |
|||
* Από το [[σύντομος]] και το [[γράφω]]. |
|||
{{-ουσ-}} |
|||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
|||
* Συντόμευση μιας λέξης ή μιας έκφρασης με αφαίρεση γραμμάτων που επιτρέπει την πιο γρήγορη γραφή σε λιγότερο χώρο. |
|||
{{-συγγ-}} |
|||
* [[συντομογραφικά]] (καθαρεύουσα: [[συντομογραφικώς]]) |
|||
* [[συντομογραφικός]] |
|||
{{-συνων-}} |
|||
* [[βραχυγραφία]] |
|||
==== Κατάλογος συντομογραφιών που χρησιμοποιούνται τυπικώς σε λεξικά ==== |
==== Κατάλογος συντομογραφιών που χρησιμοποιούνται τυπικώς σε λεξικά ==== |
||
Γραμμή 9: | Γραμμή 21: | ||
* ''ο'' : [[ουδέτερο]] (λέξη γένος) |
* ''ο'' : [[ουδέτερο]] (λέξη γένος) |
||
Βλέπε και |
Βλέπε και την meta σελίδα [[Wiktionary:Συντομογραφίες]], σχετικά με το πώς να γράφετε άρθρα για συντομογραφίες. |
||
{{-μτφ-}} |
|||
{{(}} |
|||
* {{en}} : {{ξεν|en|abbreviation}}, {{ξεν|en|abridgement}} |
|||
* {{af}} : {{ξεν|af|bekorting}} |
|||
* {{fr}} : {{ξεν|fr|abréviation}} {{θ}} |
|||
* {{de}} : {{ξεν|de|Abkürzung}} {{θ}} |
|||
* {{eo}} : {{ξεν|eo|mallongigo}} |
|||
* {{io}} : {{ξεν|io|abreviuro}} |
|||
* {{es}} : {{ξεν|es|abreviación}}, {{ξεν|es|abreviatura}} |
|||
{{-}} |
|||
==== Μεταφράσεις ==== |
|||
* {{it}} : {{ξεν|it|abbreviazione}}, {{ξεν|it|abbreviatura}} |
|||
* {{ms}} : {{ξεν|ms|singkatan}} |
|||
* {{nl}} : {{ξεν|nl|afkorting}}, {{ξεν|nl|bekorting}}, {{ξεν|nl|inkorting}} |
|||
* {{hu}} : {{ξεν|hu|rövidítés}} |
|||
* {{pap}} : {{ξεν|pap|abreviashon}} |
|||
* {{pt}} : {{ξεν|pt|abreviação}} |
|||
* {{fy}} : {{ξεν|fy|ôfkoarting}} |
|||
{{)}} |
|||
[[Κατηγορία: |
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
Αναθεώρηση της 22:31, 24 Νοεμβρίου 2006
Πρότυπο:-ουσ- συντομογραφία θηλυκό
- Συντόμευση μιας λέξης ή μιας έκφρασης με αφαίρεση γραμμάτων που επιτρέπει την πιο γρήγορη γραφή σε λιγότερο χώρο.
- συντομογραφικά (καθαρεύουσα: συντομογραφικώς)
- συντομογραφικός
Κατάλογος συντομογραφιών που χρησιμοποιούνται τυπικώς σε λεξικά
Βλέπε και την meta σελίδα Wiktionary:Συντομογραφίες, σχετικά με το πώς να γράφετε άρθρα για συντομογραφίες.
|