μηχανική: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Βικιποίηση των γλωσσών |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{=el=}} |
{{=el=}} |
||
⚫ | |||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
:{{προσχέδιο-ετυμ}} |
|||
{{-ουσ-}} |
|||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
|||
⚫ | |||
===Ουσιαστικό {{θ}}=== |
|||
<!--{{-εκφρ-}}--> |
|||
⚫ | |||
<!--{{-προφ-}}--> |
|||
<!--{{ΔΦΑ}}--> |
|||
<!--{{-συνων-}}--> |
|||
<!--{{-αντ-}}--> |
|||
<!--{{-συγγ-}}--> |
|||
<!--{{-συνθ-}}--> |
|||
<!--{{-βλεπ-}}--> |
|||
{{-μτφ-}} |
{{-μτφ-}} |
||
Γραμμή 32: | Γραμμή 43: | ||
* {{cs}} : [[mechanic]] |
* {{cs}} : [[mechanic]] |
||
⚫ | |||
[[Κατηγορία:Ελληνική γλώσσα]] |
[[Κατηγορία:Ελληνική γλώσσα]] |
||
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
Αναθεώρηση της 02:04, 26 Νοεμβρίου 2006
Πρότυπο:-ουσ- μηχανική θηλυκό
- ο κλάδος της φυσικής που ασχολείται με την κίνηση των σωμάτων, τις δυνάμεις και τις σχετικές φυσικές ποσότητες, όπως η ενέργεια και η ορμή.
- αγγλικά : mechanics (en)
- βιετναμικά : Cơ học, Cơhọc [力学]
- βουλγαρικά : Механика (mehanika)
- γαλικιανά : mecánica
- γαλλικά : Mécanique αρσενικό
- γερμανικά : Mechanik θηλυκό (de)
- εβραϊκά : מכניקה (mekanik?)
- εσθονικά : mehaanika
- ιαπωνικά : 力学 (kyugaku)
- ιντερλίνγκουα :
- ισπανικά : mecánica θηλυκό
- ιταλικά : meccanica θηλυκό
- καταλανικά : mecànica θηλυκό
- κινεζικά : 力学 (?xue)
- κορεατικά : ?학 (?hag)
- λατινικά : mechanicus
- νορβηγικά : mekanikk
- ολλανδικά : mechanica
- πολωνικά : mechanika θηλυκό
- πορτογαλικά : mecânica θηλυκό
- ρωσικά : Механика (mekhanika/mehanika)
- σλοβενικά : mehanika θηλυκό
- τσεχικά : mechanic