κορυφή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ δοκιμή: Εισαγωγή παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο ΔΦΑ
Γραμμή 5: Γραμμή 5:


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|kɔ.ɾi.ˈfi}}
{{ΔΦΑ|kɔ.ɾi.ˈfi|γλ=el}}


==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===

Αναθεώρηση της 15:10, 15 Σεπτεμβρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κορυφή οι κορυφές
      γενική της κορυφής των κορυφών
    αιτιατική την κορυφή τις κορυφές
     κλητική κορυφή κορυφές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κορυφή < αρχαία ελληνική κορυφή < κόρυς

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

κορυφή θηλυκό

  1. Πρότυπο:γεωγρ το υψηλότερο σημείο ενός υψώματος, βουνού ή λόφου ή οποιουδήποτε αντικειμένου
    η κορυφή του Ταϋγέτου, η κορυφή του δέντρου
  2. (μεταφορικά) το ανώτερο σημείο της εξέλιξης ενός ανθρώπου από επαγγελματική, επιστημονική ή άλλη άποψη
  3. (γενικότερα) το ανώτερο σημείο σε κάθε ιεραρχικό σύστημα
    η κορυφή της τροφικής αλυσίδας
  4. (συνεκδοχικά) ο κορυφαίος στον τομέα του
    αυτός ο επιστήμονας είναι κορυφή
  5. Πρότυπο:γεωμ το σημείο τομής δύο πλευρών ενός πολυγώνου

Εκφράσεις

Πολυλεκτικοί όροι

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «κορυφη'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'κορυφή'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «κορυφη».