πληθυντικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: en:πληθυντικός |
μ Εισαγωγή παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο ΔΦΑ |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|pliθndikˈɔs}} |
{{ΔΦΑ|pliθndikˈɔs|γλ=el}} |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
Αναθεώρηση της 19:06, 15 Σεπτεμβρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- πληθυντικός < ελληνιστική πληθυντικός < αρχαία ελληνική πληθύνω < πληθύς
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
πληθυντικός αρσενικό
- Πρότυπο:γραμμ οι μορφές ενός κλιτού μέρους του λόγου που αναφέρονται σε περισσάτερα από ένα. Επίσης υπάρχει και ο ενικός αριθμός, όπως υπήρχε και ο δυϊκός.
- που αυξάνεται συνεχώς
Συγγενικά
Αντώνυμα
Μεταφράσεις
πληθυντικός
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «πληθυντικοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'πληθυντικόσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'πληθυντικός'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «πληθυντικοσ».