αποζημίωση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 70: Γραμμή 70:


{{κλείδα ταξινόμησης|αποζημιωση}}
{{κλείδα ταξινόμησης|αποζημιωση}}

[[fr:αποζημίωση]]

Αναθεώρηση της 09:27, 16 Οκτωβρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αποζημίωση < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

αποζημίωση θηλυκό

  • χρηματικό ποσό που καταβάλλεται σε αυτόν που έπαθε κάποια ζημιά από τον υπαίτιο ή το κράτος
  • χρηματικό ποσό που καταβάλλεται σε κάποιον για την εκτέλεση ενός ορισμένου έργου, αμοιβή
  • (γενικότερα) η υλική ή κυρίως η ηθική ανταμοιβή που κερδίζει κάποιος για τους κόπους του και την προσφορά του


Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αποζημιωση'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αποζημίωση'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αποζημιωση».