βαστώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
# [[κρατώ]], [[στηρίζω]] |
# [[κρατώ]], [[στηρίζω]] |
||
#: ''τον '''βάσταγε''' από το χέρι'' |
#: ''τον '''βάσταγε''' από το χέρι'' |
||
# [[συγκρατώ]] |
|||
#: ''τον '''βαστάγανε''' τρεις να μην ορμήξει στον αντίπαλό του'' |
|||
# [[αντέχω]] |
# [[αντέχω]] |
||
#: ''δε '''βάσταξε''' άλλο και ξέσπασε σε κλάματα'' |
#: ''δε '''βάσταξε''' άλλο και ξέσπασε σε κλάματα'' |
Αναθεώρηση της 17:47, 28 Νοεμβρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- βαστώ < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
βαστώ
- κρατώ, στηρίζω
- τον βάσταγε από το χέρι
- συγκρατώ
- τον βαστάγανε τρεις να μην ορμήξει στον αντίπαλό του
- αντέχω
- δε βάσταξε άλλο και ξέσπασε σε κλάματα
Μεταφράσεις
βαστώ
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «βαστω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'βαστώ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «βαστω».