corto: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
μ r2.6.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: mg:corto, sv:corto
Γραμμή 24: Γραμμή 24:
[[ko:corto]]
[[ko:corto]]
[[ku:corto]]
[[ku:corto]]
[[mg:corto]]
[[nl:corto]]
[[nl:corto]]
[[no:corto]]
[[no:corto]]
[[pl:corto]]
[[pl:corto]]
[[pt:corto]]
[[pt:corto]]
[[sv:corto]]
[[th:corto]]
[[th:corto]]
[[tr:corto]]
[[tr:corto]]

Αναθεώρηση της 23:00, 12 Δεκεμβρίου 2010

Ιταλικά (it)

Ουσιαστικό

corto (it)

  • κοντός, αντικείμενο με μικρό μήκος

Ισπανικά (es)

Ουσιαστικό

corto (es)

  • κοντός, αντικείμενο με μικρό μήκος