πυρίτιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
μ ενημέρωση των interwikis |
||
Γραμμή 64: | Γραμμή 64: | ||
[[en:πυρίτιο]] |
[[en:πυρίτιο]] |
||
[[ja:πυρίτιο]] |
|||
[[lo:πυρίτιο]] |
[[lo:πυρίτιο]] |
||
[[lt:πυρίτιο]] |
[[lt:πυρίτιο]] |
Αναθεώρηση της 04:41, 30 Μαΐου 2011
Νέα ελληνικά (el)
|
Ετυμολογία
- πυρίτιο < πυρίτης (λίθος)
Ουσιαστικό
πυρίτιο ουδέτερο
- χημικό στοιχείο που ανήκει στα αμέταλλα και χρηαιμοποιείται ευρέως στην κατασκευή μικροτσίπ
Δείτε επίσης
- πυρίτιο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «πυριτιο'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'πυρίτιο'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «πυριτιο».