μηδέν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ) |
|||
Γραμμή 63: | Γραμμή 63: | ||
* {{de}} : {{τ|de|null}} |
* {{de}} : {{τ|de|null}} |
||
* {{da}} : {{τ|da|nul}} |
* {{da}} : {{τ|da|nul}} |
||
* {{he}} : {{τ|he|אֶפֶס|noentry=1}} (éffes) |
* {{he}} : {{τ|he|אֶפֶס|noentry=1}} (éffes) |
||
* {{et}} : {{τ|et|null}} |
* {{et}} : {{τ|et|null}} |
||
* {{eo}} : {{τ|eo|nulo|noentry=1}} |
* {{eo}} : {{τ|eo|nulo|noentry=1}} |
Αναθεώρηση της 07:04, 30 Μαΐου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μηδέν < αρχαία ελληνική μηδέν "κανένα" (ουδέτερο του μηδείς "κανένας")
Αριθμητικό
μηδέν και μηδενικό
- Αριθμός που δείχνει την ανυπαρξία οποιασδήποτε ποσότητας.
- Αριθμός που δεν έχει αξία ο ίδιος αλλά που δίνει αξία δέκα φορές μεγαλύτερη στους αριθμούς που βρίσκονται στα αριστερά του.
- Είκοσι γράφεται με ένα δυάρι που ακολουθείται από ένα μηδέν.
- Ένα τεσσάρι μαζί με τρία μηδενικά διαβάζεται τέσσερις χιλιάδες.
- Λέγεται για κάποιον ανίκανο, που δεν αξίζει τίποτα.
- Είναι ένα μηδἐν
- Σχολικός βαθμός που υποδηλώνει έναν κακό μαθητή.
- Σε διάφορες κλίμακες, δείχνει την θερμοκρασία στην οποία λιώνει ο πάγος.
- Η θερμοκρασία έπεσε στο μηδέν, κάτω από το μηδέν.
Γραφές
- : 0
- αραβικά : ٠
- γκουρμούχι : ੦
- γκουτζαράτι : ૦
- θιβετιανά : ༠
- κινεζικά : 零, 〇
- μαλαγιάλαμ : ൦
- μπεγκάλι : ০
- ντεβαναγκάρι : ०
- ορίγια : ୦
- ταμίλ : ௦
- τελούγκου : ౦
Συγγενικά
Συνώνυμα
Ανίκανος, ανάξιος
Κακός βαθμός
Μεταφράσεις
μηδέν
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «μηδεν'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'μηδέν'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «μηδεν».