écart: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Εισαγωγή παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο ΔΦΑ
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: it:écart
Γραμμή 41: Γραμμή 41:
[[id:écart]]
[[id:écart]]
[[io:écart]]
[[io:écart]]
[[it:écart]]
[[tr:écart]]
[[tr:écart]]
[[vi:écart]]
[[vi:écart]]

Αναθεώρηση της 21:47, 7 Ιουνίου 2011

Γαλλικά (fr)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ετυμολογία

écart < écarter

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
écart écarts

écart (fr) αρσενικό

  1. η απόσταση
  2. Πρότυπο:μαθ η διαφορά
  3. Πρότυπο:γλωσσ λογοτεχνική μορφή που απομακρύνεται από αυτό που θεωρείται συνηθισμένο
  4. (μεταφορικά) το παραστράτισμα, η παρεκτροπή
  5. απομακρυσμένος τόπος
  6. σπαγγάτο

Εκφράσεις

Συγγενικά

Ετυμολογία

écart < écarter

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
écart écarts

écart (fr) αρσενικό