σάλι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ)
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# γυναικείο [[ρούχο]], [[μάλλινος|μάλλινο]] συνήθως κομμάτι ύφασμα που σκεπάζει τους ώμους και την πλάτη
# {{λείπει ο ορισμός}}


===={{συνώνυμα}}====
===={{συνώνυμα}}====
* [[εσάρπα]] ή [[σάρπα]]
* [[σάρπα]] ή [[εσάρπα]]


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 19:33, 9 Ιουνίου 2011

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σάλι < Πρότυπο:ετυμ fa شال (shāl) < από τα σανσκριτικά साडी śāṭī

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

σάλι ουδέτερο

  1. γυναικείο ρούχο, μάλλινο συνήθως κομμάτι ύφασμα που σκεπάζει τους ώμους και την πλάτη

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «σαλι'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'σάλι'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «σαλι».