γάλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: στις μεταφράσεις, πρότυπο αντί για σύνδεσμο |
|||
Γραμμή 58: | Γραμμή 58: | ||
* {{ko}} : {{τ|ko|우유|tr=uyu}} |
* {{ko}} : {{τ|ko|우유|tr=uyu}} |
||
* {{ku}} : {{τ|ku|şîr}} |
* {{ku}} : {{τ|ku|şîr}} |
||
* {{hr}} : {{τ|hr|mlijeko}}, |
* {{hr}} : {{τ|hr|mlijeko}}, {{τ|hr|mliko}} |
||
{{μτφ-μέση}} |
{{μτφ-μέση}} |
||
* {{la}} : {{τ|la|lac}} |
* {{la}} : {{τ|la|lac}} |
Αναθεώρηση της 05:42, 6 Ιουλίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- γάλα < αρχαία ελληνική γάλα < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *glakt-
Ουσιαστικό
γάλα ουδέτερο, γενική: γάλακτος και γάλατος
- θρεπτικό υγρό με υπόλευκο χρώμα και ελαφρώς γλυκιά γεύση, που εκκρίνεται από τους μαστούς των θηλυκών θηλαστικών μετά από την εγκυμοσύνη και με το οποίο τρέφονται τα μικρά τους
- αγελαδινό γάλα
- το υγρό που υφίσταται επεξεργασία από γαλακτοβιομηχανίες για κατανάλωση ή για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων
- παστεριωμένο γάλα
Συγγενικά
Σύνθετα
και
Μεταφράσεις
γάλα
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «γαλα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'γάλα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «γαλα».