σώμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg |
||
Γραμμή 112: | Γραμμή 112: | ||
[[li:σώμα]] |
[[li:σώμα]] |
||
[[lt:σώμα]] |
[[lt:σώμα]] |
||
[[mg:σώμα]] |
|||
[[pl:σώμα]] |
[[pl:σώμα]] |
||
[[th:σώμα]] |
[[th:σώμα]] |
Αναθεώρηση της 13:05, 29 Ιουλίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σώμα < αρχαία ελληνική σῶμα
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
σώμα ουδέτερο
- οργανισμός
- κορμός
- επιδερμίδα
- η υλική υπόσταση σε αντιδιαστολή με το πνεύμα ή την ψυχή
- υλικό αντικείμενο
- οργανωμένο σύνολο ανθρώπων που συνέρχονται με συγκεκριμένο σκοπό
- στρατιωτικού τύπου δομή, δημόσια δύναμη με σκοπό τη φύλαξη
- τα σώματα ασφαλείας, το σώμα της Πυροσβεστικής
Συγγενικά
Σύνθετα
Μεταφράσεις
σώμα
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «σωμα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'σώμα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «σωμα».