όνος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
μ Bot:Εισαγωγή πίνακα κλίσης |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'δρόμος'|όν}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
Αναθεώρηση της 12:38, 15 Αυγούστου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- όνος < αρχαία ελληνική ὄνος
Ουσιαστικό
όνος αρσενικό
- (λόγιο) ο γάιδαρος
Εκφράσεις
- περί όνου σκιάς: για κάτι που δεν έχει πραγματικά σημασία
Συγγενικά
Μεταφράσεις
όνος
→ δείτε τη λέξη γάιδαρος |
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ονοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'όνοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'όνος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ονοσ».