συγκριτικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Εισαγωγή παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο ΔΦΑ
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη oc
Γραμμή 83: Γραμμή 83:


{{κλείδα ταξινόμησης|συγκριτικοσ}}
{{κλείδα ταξινόμησης|συγκριτικοσ}}

[[oc:συγκριτικός]]

Αναθεώρηση της 07:16, 29 Αυγούστου 2011

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο συγκριτικός η συγκριτική το συγκριτικό
      γενική του συγκριτικού της συγκριτικής του συγκριτικού
    αιτιατική τον συγκριτικό τη συγκριτική το συγκριτικό
     κλητική συγκριτικέ συγκριτική συγκριτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι συγκριτικοί οι συγκριτικές τα συγκριτικά
      γενική των συγκριτικών των συγκριτικών των συγκριτικών
    αιτιατική τους συγκριτικούς τις συγκριτικές τα συγκριτικά
     κλητική συγκριτικοί συγκριτικές συγκριτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

συγκριτικός < αρχαία ελληνική συγκριτικός

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο

Επίθετο

συγκριτικός, -ή, -ό

  1. που συγκρίνει ή χρησιμοποιεί ως μέθοδο τη σύγκριση
    συγκριτική μελέτη
    συγκριτική γλωσσολογία
  2. που προσφέρεται προς σύγκριση
    συγκριτικά στοιχεία
  3. Πρότυπο:γραμμ βαθμός των επιθέτων και επιρρημάτων που χρησιμοποιείται κυρίως σε συγκρίσεις
    το "χειρότερος" είναι ο συγκριτικός βαθμός του επιθέτου "κακός"

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «συγκριτικοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'συγκριτικόσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'συγκριτικός'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «συγκριτικοσ».