ράβδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
#: ''ληστές έκλεψαν 20 '''ράβδους''' χρυσού''
#: ''ληστές έκλεψαν 20 '''ράβδους''' χρυσού''


==={{εκφράσεις}}===
* [[όπου δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος]]
* [[όπου δεν τύπτει λόγος τύπτει ράβδος]]


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 11:28, 2 Οκτωβρίου 2011

Δείτε επίσης: ῥάβδος

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'δρόμος'

Ετυμολογία

ράβδος < αρχαία ελληνική ῥάβδος

Ουσιαστικό

ράβδος θηλυκό

  1. (καθαρεύουσα) ραβδί, επίμηκες κυλινδρικό κομμάτι ξύλου (ή άλλου υλικού)· στην καθομιλουμένη υπονοείται κυρίως το ραβδί ως μέσο σωματικής τιμωρίας
    όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος
  2. επίμηκες εξάρτημα στολής, συχνά διακοσμημένο, ως διακριτικό βαθμού ή εκκλησιαστικού αξιώματος
    ποιμαντορική ράβδος (πατερίτσα)
  3. επίμηκες, μεταλλικό συνήθως, εξάρτημα μηχανών
  4. ποσότητα μετάλλου σε τυποποιημένο μέγεθος και σχήμα
    ληστές έκλεψαν 20 ράβδους χρυσού

Εκφράσεις

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ραβδοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ράβδοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'ράβδος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ραβδοσ».