απασχολούμαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) μορφ |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) μορφ |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < μέση φωνή του μεσαιωνικού ρήματος [[απασχολώ |
: '''{{PAGENAME}}''' < μέση φωνή του μεσαιωνικού ρήματος [[απασχολώ]] |
||
==={{ρήμα}}=== |
==={{ρήμα}}=== |
Αναθεώρηση της 19:27, 22 Οκτωβρίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- απασχολούμαι < μέση φωνή του μεσαιωνικού ρήματος απασχολώ
Ρήμα o κωδικός γλώσσας δεν υπάρχει για τα μέρη λόγου
απασχολούμαι
- εργάζομαι, καταπιάνομαι με κάτι, συνήθως επαγγελματικά
Συνώνυμα
Αντώνυμα
- χασομερώ
- είμαι αργόσχολος
- είμαι άνεργος
- είμαι άεργος
Σύνθετα
Συγγενικά
Μεταφράσεις