αβάγιστος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{προσχέδιο|el}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < από το α- ''στερητικό'' και το βαγίζω ==={{ε...
 
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
# [[άκαμπτος]], [[αλύγιστος]]
# [[άκαμπτος]], [[αλύγιστος]]
# (Για πρόσωπα)[[αμετάπειστος]]
# (Για πρόσωπα) [[αμετάπειστος]]





Αναθεώρηση της 18:46, 23 Οκτωβρίου 2011

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αβάγιστος < από το α- στερητικό και το βαγίζω

Επίθετο

αβάγιστος

  1. άκαμπτος, αλύγιστος
  2. (Για πρόσωπα) αμετάπειστος


Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αβάγιστοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'αβάγιστος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αβαγιστοσ».