τσόχα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
|||
Γραμμή 58: | Γραμμή 58: | ||
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{ru}} : {{τ|ru|сукно}} |
|||
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 12:08, 4 Μαρτίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τσόχα | οι | τσόχες |
γενική | της | τσόχας | των | (τσοχών) |
αιτιατική | την | τσόχα | τις | τσόχες |
κλητική | τσόχα | τσόχες | ||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- τσόχα < Πρότυπο:ετυμ tr çuha < Πρότυπο:ετυμ fa چوخا (chukha, μάλλινο ένδυμα)
Ουσιαστικό
τσόχα θηλυκό
- ένα μαλακό μάλλινο ύφασμα
- ύφασμα που χρησιμοποιείται για να καλύψει τραπέζια μπιλιάρδου
- ≈ συνώνυμα: πράσινο ύφασμα
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «τσοχα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'τσόχα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «τσοχα».