ασβέστης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ δοκιμή: Εισαγωγή παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο ΔΦΑ |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν}} < {{αρχ|ἄσβεστος}} |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|az.ˈvɛ.stis|γλ=el}} |
{{ΔΦΑ|az.ˈvɛ.stis|γλ=el}} |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} ''και λόγιο'' [[άσβεστος]] |
||
# υλικό λευκού χρώματος που χρησιμοποιείται ως οικοδομικό υλικό ή για βάψιμο και απολύμανση επιφανειών (τοίχων, πεζοδρομίων) |
|||
# {{λείπει ο ορισμός}} |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
|||
* [[ασβεστώνω]] |
|||
* [[ασβέστιο]] |
|||
* [[ασβεστόλιθος]] |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 22:49, 16 Μαρτίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ασβέστης < μεσαιωνική ελληνική < αρχαία ελληνική ἄσβεστος
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ασβέστης αρσενικό και λόγιο άσβεστος
- υλικό λευκού χρώματος που χρησιμοποιείται ως οικοδομικό υλικό ή για βάψιμο και απολύμανση επιφανειών (τοίχων, πεζοδρομίων)
Συγγενικά
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ασβεστησ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ασβέστησ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'ασβέστης'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ασβεστησ».