χήνα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ)
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: cs:χήνα
Γραμμή 102: Γραμμή 102:
{{κλείδα ταξινόμησης|χηνα}}
{{κλείδα ταξινόμησης|χηνα}}


[[cs:χήνα]]
[[fr:χήνα]]
[[fr:χήνα]]
[[hu:χήνα]]
[[hu:χήνα]]

Αναθεώρηση της 19:47, 5 Μαΐου 2012

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'ώρα'

Ετυμολογία

χήνα < αρχαία ελληνική χήν

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

χήνα

χήνα θηλυκό

  1. Πρότυπο:ορνιθολ νηκτικό πτηνό, με λευκό ή γκρίζο χρώμα, μοιάζει με την πάπια, έχει μακρύ λαιμό
  2. εύπιστος άνθρωπος
     συνώνυμα: αφελής, κουτός
  3. (αργκό) λεγόταν παλιότερα για το χιλιόδραχμο

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «χηνα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'χήνα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «χηνα».