χήνα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ) |
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: cs:χήνα |
||
Γραμμή 102: | Γραμμή 102: | ||
{{κλείδα ταξινόμησης|χηνα}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|χηνα}} |
||
[[cs:χήνα]] |
|||
[[fr:χήνα]] |
[[fr:χήνα]] |
||
[[hu:χήνα]] |
[[hu:χήνα]] |
Αναθεώρηση της 19:47, 5 Μαΐου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- χήνα < αρχαία ελληνική χήν
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
χήνα θηλυκό
- Πρότυπο:ορνιθολ νηκτικό πτηνό, με λευκό ή γκρίζο χρώμα, μοιάζει με την πάπια, έχει μακρύ λαιμό
- εύπιστος άνθρωπος
- (αργκό) λεγόταν παλιότερα για το χιλιόδραχμο
Συγγενικά
Σύνθετα
Μεταφράσεις
χήνα
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «χηνα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'χήνα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «χηνα».