υπνωμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυτόματη εισαγωγή άρθρου
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 13:12, 1 Ιουνίου 2012

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υπνωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υπνώνω

Μετοχή

υπνωμένος, -η, -ο

  1. → δείτε τη λέξη υπνώνω

Μεταφράσεις


Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «υπνωμενοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'υπνωμένοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'υπνωμένος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «υπνωμενοσ».