μούσκεμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 31: | Γραμμή 31: | ||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|soaked}}, {{τ|en|soaking wet}} |
|||
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 19:09, 12 Αυγούστου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μούσκεμα < από το ρήμα μουσκεύω
Ουσιαστικό
μούσκεμα ουδέτερο
- (σπάνιο) η τοποθέτηση ρούχων σε νερό ώστε να μουλιάσουν
- είναι απαραίτητο το μούσκεμα των ρούχων πριν το πλύσιμο στο χέρι
- Συνώνυμα
- μούσκιο
- (οικείο) μεθυσμένος
Μεταφράσεις
μούσκεμα
→ δείτε τις λέξεις μούσκιο και μεθυσμένος |
Επίρρημα
μούσκεμα
- που έχει βραχεί πολύ
- με αυτή τη ζέστη γίνεσαι μούσκεμα στον ιδρώτα
- δεν έβαλες καλά την πάνα και το μωρό είναι μούσκεμα
Εκφράσεις
- τα κάνω μούσκεμα: λέγεται όταν κάποιος αποτυγχάνει ή δημιουργεί μπερδεμένες καταστάσεις (κυρίως λόγω κακών χειρισμών)
- πήγα να διορθώσω την κατάσταση αλλά τελικά τα έκανα μούσκεμα
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «μουσκεμα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'μούσκεμα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «μουσκεμα».