μαγειρεύω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fj |
||
Γραμμή 67: | Γραμμή 67: | ||
[[en:μαγειρεύω]] |
[[en:μαγειρεύω]] |
||
[[fj:μαγειρεύω]] |
|||
[[hu:μαγειρεύω]] |
[[hu:μαγειρεύω]] |
||
[[ko:μαγειρεύω]] |
[[ko:μαγειρεύω]] |
Αναθεώρηση της 13:19, 20 Οκτωβρίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μαγειρεύω < (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική μάγειρος
Ρήμα
μαγειρεύω
- παρασκευάζω φαγητό συνδυάζοντας υλικά, συνήθως χρησιμοποιώντας κάποια πηγή θερμότητας
- (μεταφορικά) ετοιμάζω κάτι, συνήθως ύποπτο, κρυφά από άλλους
- τι μαγειρεύετε εσείς οι δυο εκεί στα κρυφά;
- (μεταφορικά) παραποιώ αποτελέσματα με τρόπο έντεχνο, ώστε να δείχνουν αυτό που θέλω
- μου φαίνεται ότι εδώ ο ερευνητής έχει μαγειρέψει λίγο τα αποτελέσματα της έρευνάς του
Συγγενικά
Κλίση
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «μαγειρευω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'μαγειρεύω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «μαγειρευω».