walking: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ang, zh, simple, vi, it, en, es, ru, nl, pt, tr, li, lv, te, pl, ta, fr, de, hu, fi, ja, ko, kn, my
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ml
Γραμμή 39: Γραμμή 39:
[[li:walking]]
[[li:walking]]
[[lv:walking]]
[[lv:walking]]
[[ml:walking]]
[[my:walking]]
[[my:walking]]
[[nl:walking]]
[[nl:walking]]

Αναθεώρηση της 15:32, 24 Ιανουαρίου 2013

Αγγλικά (en)

Ρηματικός τύπος

walking (en)

  1. μετοχή ενεστώτα του ρήματος walk


Ουσιαστικό

walking (en) < γερούνδιο του walk

  1. το περπάτημα

Επίθετο

walking (en)

  1. περιπατητικός
    walking shoes
  2. με τα πόδια, πεζός
    walking tour
  3. ως παρομοίωση για κάτι εξαιρετικό ή μια ιδιότητα που κάποιος λογικά δεν μπορεί να έχει, ζωντανή απόδειξη
    walking miracle, walking dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης")

Έκφραση o κωδικός γλώσσας δεν υπάρχει για τα μέρη λόγου