ἀβεβαιότης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αρχ. ελλην
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-grc-}}==
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἀ-]] στερητικό + [[βεβαιότης]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἀ-]] στερητικό + [[βεβαιότης]]
==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|grc}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} (γενική, της ἀβεβαιότητος)
: '''{{PAGENAME}}''' {{θ}} (γενική, της ἀβεβαιότητος)
# [[αστάθεια]], [[ακαταστασία]]
* η [[αβεβαιότητα]] στην πολυτονική γραφή και ως τύπος της [[καθαρεύουσα]]ς
# στη νεοελληνική: έλλειψη βεβαιότητας, [[αμφιβολία]], [[ασάφεια]], [[αοριστία]]
: * η [[αβεβαιότητα]] στην πολυτονική γραφή και ως τύπος της [[καθαρεύουσα]]ς


{{κλείδα ταξινόμησης|αβεβαιοτης}}
{{κλείδα ταξινόμησης|αβεβαιοτησ}}

Αναθεώρηση της 04:50, 30 Μαρτίου 2013

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἀβεβαιότης < αρχαία ελληνική ἀ- στερητικό + βεβαιότης

Ουσιαστικό

ἀβεβαιότης θηλυκό (γενική, της ἀβεβαιότητος)
  1. αστάθεια, ακαταστασία
  2. στη νεοελληνική: έλλειψη βεβαιότητας, αμφιβολία, ασάφεια, αοριστία
* η αβεβαιότητα στην πολυτονική γραφή και ως τύπος της καθαρεύουσας

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αβεβαιοτησ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ἀβεβαιότησ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'ἀβεβαιότης'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αβεβαιοτησ».