αστουριανά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ PAGENAME στις ετυμολογίες (2) |
μ διαγραφή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 83: | Γραμμή 83: | ||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|αστουριανό}} |
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|αστουριανό}} |
||
{{κλείδα ταξινόμησης|αστουριανα}} |
Αναθεώρηση της 01:21, 19 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αστουριανά < από το επίθετο αστουριανός, στον πληθυντικό του ουδέτερου.
Ουσιαστικό
αστουριανά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- Η αστουριανή γλώσσα, γλώσσα που μιλιέται στην Αστούρια.
Συγγενικά
Μεταφράσεις
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αστουριανά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αστουριανό