θύμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→{{μεταφράσεις}}: +es pl |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 64: | Γραμμή 64: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:θύμα]] |
[[en:θύμα]] |
Αναθεώρηση της 08:51, 21 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- θύμα < αρχαία ελληνική θῦμα < θύω
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
θύμα ουδέτερο
- το άτομο ή το ζώο που δέχεται τα αποτελέσματα μιας εγκληματικής ενέργειας ή μιας φυσικής καταστροφής
- (μεταφορικά) άτομο που είναι δεκτικό στο να το εκμεταλλεύονται