κοινή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 87: Γραμμή 87:
* [[κοινοί]]
* [[κοινοί]]


{{κλείδα ταξινόμησης|κοινη}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:κοινή]]
[[en:κοινή]]

Αναθεώρηση της 11:30, 21 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ουσιαστικό

κοινή θηλυκό

  1. → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Μεταφράσεις


Κλιτικός τύπος επιθέτου

κοινή

Ομώνυμα / Ομόηχα