εκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.3) (Ρομπότ: Προσθήκη: en:εκ
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 111: Γραμμή 111:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|εκ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:εκ]]
[[en:εκ]]

Αναθεώρηση της 22:01, 21 Μαΐου 2013

Δείτε επίσης: ἐκ, ἐξ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εκ < αρχαία ελληνική ἐκ

Πρόθεση

εκ ή (πριν από φωνήεν) εξ

  • (λόγιο) συντάσσεται με γενική και δηλώνει:
    1. χρόνο
      το ήξερα εκ των προτέρων (= από πριν)
    2. προέλευση από ένα τόπο
      παραλάβαμε ένα δέμα εκ Παρισίων (= από το Παρίσι)
    3. τρόπο
      τα λες αυτά εκ του ασφαλούς
    4. αιτία
      συμβιβάστηκα εξ ανάγκης (= από ανάγκη)
    5. το διαιρεμένο σύνολο
      έλάχιστοι διορίστηκαν τελικά εκ των χιλιάδων υποψηφίων

Συγγενικά

Εκφράσεις

Συνώνυμα

Μεταφράσεις