δαπανηρός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 58: Γραμμή 58:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|δαπανηροσ}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 23:38, 21 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δαπανηρός < αρχαία ελληνική < δαπάνη + -ηρός

Επίθετο

δαπανηρός, -ή, ό

  1. που απαιτεί μεγάλη δαπάνη για να αποκτηθεί, διεξαχθεί ή συντηρηθεί


Μεταφράσεις