ακονίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 116: Γραμμή 116:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|ακονιζομαι}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 06:42, 22 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ακονίζομαι < ακονίζω < αρχαία ελληνική ἀκονάω

Ρήμα

ακονίζομαι

  1. τύπος του ρήματος ακονίζω για αντικείμενα και αφηρημένα ουσιαστικά
    το ξίφος ακονίστηκε / η σκέψη ακονίζεται με ασκήσεις μαθηματικών
Αρχικοί Χρόνοι
Ενεστώτας ακονίζομαι
Παρατατικός ακονιζόμουν
Μέλλοντας Στ. θα ακονιστώ
Μέλλοντας Διαρκείας θα ακονίζομαι
Αόριστος ακονίστηκα
Παρακείμενος έχω ακονιστεί
Υπερσυντέλικος είχα ακονιστεί
Συντελεσμένος Μελ. θα έχω ακονιστεί
Μετοχή παθ. παρ. ακονισμένος

Μεταφράσεις