φωτίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 101: Γραμμή 101:
* {{en}} : {{τ|en|being illuminated}}, {{τ|en|being enlightened}}, {{τ|en|seeing the light}}
* {{en}} : {{τ|en|being illuminated}}, {{τ|en|being enlightened}}, {{τ|en|seeing the light}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

{{κλείδα ταξινόμησης|φωτιζομαι}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 22:51, 24 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φωτίζομαι < μεσοπαθητική φωνή του φωτίζω

Ρήμα

φωτίζομαι

  1. δέχομαι φως
    το δωμάτιo φωτιζόταν από μερικά κεριά
  2. (θεολογία) δέχομαι φώτιση

Συγγενικά


Μεταφράσεις