υποκλεμμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυτόματη εισαγωγή άρθρου
 
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 89: Γραμμή 89:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα-ελλ}}

{{κλείδα ταξινόμησης|υποκλεμμενοσ}}

Αναθεώρηση της 06:04, 25 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υποκλεμμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υποκλέπτω

Μετοχή

υποκλεμμένος, -η, -ο

  1. → δείτε τη λέξη υποκλέπτω

Μεταφράσεις