ταυτίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 65: | Γραμμή 65: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 08:29, 25 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ταυτίζομαι < παθητική φωνή του ταυτίζω
Ρήμα
ταυτίζομαι
- με ταυτίζουν
- είμαι ακριβώς ο ίδιος με κάποιον/κάτι άλλο
- οι απόψεις μας πάνω στο θέμα ταυτίζονται ολοκληρωτικά
- δίνω όλον τον εαυτό μου σε κάτι ώστε να γίνω ένα με αυτό
- ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ: Ταυτίστηκε με τη λευτεριά και την προκοπή της Ελλάδας (από την εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 29 Σεπτέμβρη 1996)
Μεταφράσεις
ταυτίζομαι
|