τρώγλη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ετυμ,ορ,grc
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 78: Γραμμή 78:
# [[σπηλιά]]
# [[σπηλιά]]


{{κλείδα ταξινόμησης|τρωγλη}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:τρώγλη]]
[[en:τρώγλη]]

Αναθεώρηση της 12:05, 25 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τρώγλη < αρχαία ελληνική τρώγλη

Ουσιαστικό

τρώγλη θηλυκό

  1. (μειωτικό) ανήλια και στενή κατοικία


Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

τρώγλη < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

τρώγλη

  1. φωλιά ζώου
  2. σπηλιά