τσατάρισμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < τσατάρω + -ισμα ==={{ουσιαστικό|el}}=== '''{{PAGENAME}}''' {{ο}} # αδόκ...
 
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 84: Γραμμή 84:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|τσαταρισμα}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 12:20, 25 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τσατάρισμα < τσατάρω + -ισμα

Ουσιαστικό

τσατάρισμα ουδέτερο

  1. αδόκιμο αλλά αρκετά διαδεδομένο ουσιαστικό (κυρίως στη γλώσσα της πληροφορικής και του ίντερνετ) που σημαίνει την άμεση γραπτή επικοινωνία με άλλα άτομα μέσα σε εικονικές αίθουσες

Μεταφράσεις