συναίσθηση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
παράδειγμα
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 67: Γραμμή 67:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|συναισθηση}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 19:00, 25 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

συναίσθηση < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

συναίσθηση θηλυκό

  1. η πλήρης επίγνωση και συνείδηση μιας κατάστασης
    είχε απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης του


Μεταφράσεις