walking: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ml
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη sv
Γραμμή 46: Γραμμή 46:
[[ru:walking]]
[[ru:walking]]
[[simple:walking]]
[[simple:walking]]
[[sv:walking]]
[[ta:walking]]
[[ta:walking]]
[[te:walking]]
[[te:walking]]

Αναθεώρηση της 19:06, 30 Μαΐου 2013

Αγγλικά (en)

Ρηματικός τύπος

walking (en)

  1. μετοχή ενεστώτα του ρήματος walk


Ουσιαστικό

walking (en) < γερούνδιο του walk

  1. το περπάτημα

Επίθετο

walking (en)

  1. περιπατητικός
    walking shoes
  2. με τα πόδια, πεζός
    walking tour
  3. ως παρομοίωση για κάτι εξαιρετικό ή μια ιδιότητα που κάποιος λογικά δεν μπορεί να έχει, ζωντανή απόδειξη
    walking miracle, walking dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης")

Έκφραση o κωδικός γλώσσας δεν υπάρχει για τα μέρη λόγου