ξεπέρασμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Olmav (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Olmav (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}} |
||
# η [[υπερκέραση]] ενός εμποδίου, μιας δύσκολης κατάστασης |
# η [[υπερκέραση]] ενός εμποδίου, μιας δύσκολης κατάστασης |
||
#:''Το ''ξεπέρασμα''' της οκονομικης κρίσης'' |
#:''Το '''ξεπέρασμα''' της οκονομικης κρίσης'' |
||
# η ενέργεια του να ξεπερνάς και να προπορεύεσαι σε έναν τομέα |
# η [[υπέρβαση]], η ενέργεια του να ξεπερνάς κάποιον ή κάτι, και να προπορεύεσαι σε έναν τομέα |
||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 20:15, 18 Ιουνίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ξεπέρασμα < ξεπερνώ
Ουσιαστικό
ξεπέρασμα ουδέτερο
- η υπερκέραση ενός εμποδίου, μιας δύσκολης κατάστασης
- Το ξεπέρασμα της οκονομικης κρίσης
- η υπέρβαση, η ενέργεια του να ξεπερνάς κάποιον ή κάτι, και να προπορεύεσαι σε έναν τομέα
Μεταφράσεις
ξεπέρασμα
|