χήνα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 61: Γραμμή 61:
* {{it}} : {{τ|it|oca}}
* {{it}} : {{τ|it|oca}}
* {{ku}} : {{τ|ku|qaz}} (''και'' {{τ|ku|xaz}})
* {{ku}} : {{τ|ku|qaz}} (''και'' {{τ|ku|xaz}})
* {{la}} : {{τ|la|ānser|noentry=1}} {{αθ}}, {{τ|la|anser}}
* {{la}} : {{τ|la|anser}}
* {{mk}} : {{τ|mk|гуска|noentry=1|tr=guska}}
* {{mk}} : {{τ|mk|гуска|noentry=1|tr=guska}}
{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-μέση}}

Αναθεώρηση της 07:47, 28 Ιουνίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'ώρα'

Ετυμολογία

χήνα < αρχαία ελληνική χήν

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

χήνα

χήνα θηλυκό

  1. Πρότυπο:ορνιθολ νηκτικό πτηνό, με λευκό ή γκρίζο χρώμα, μοιάζει με την πάπια, έχει μακρύ λαιμό
  2. εύπιστος άνθρωπος
     συνώνυμα: αφελής, κουτός
  3. (αργκό) λεγόταν παλιότερα για το χιλιόδραχμο

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις