κάσκα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ αλλαγή προτ. κλίσης |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίσ-' |
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
Αναθεώρηση της 21:39, 30 Ιουλίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κάσκα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
κάσκα θηλυκό
- το κράνος, ιδιαίτερα του μοτοσικλετιστή ή του ποδηλάτη