ηγεσία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'θάλασσα' |
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < [[ηγούμαι]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < [[ηγούμαι]] |
Αναθεώρηση της 09:41, 31 Ιουλίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ηγεσία < ηγούμαι
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ηγεσία θηλυκό
- η άσκηση της εξουσίας
- (συνεκδοχικά) το σύνολο αυτών που ασκούν την εξουσία ή πρωτοπορούν σε κάποιο τομέα
- παρίσταται η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ηγεσία