ξάδερφος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ απλοποίηση προτ. κλίσης
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==


{{el-κλίσ-'άγγελος'|ξάδερφ|ξαδέρφ}}
{{el-κλίσ-'άγγελος'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < [[εξάδελφος]]
: '''{{PAGENAME}}''' < [[εξάδελφος]]

Αναθεώρηση της 20:20, 31 Ιουλίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'άγγελος'

Ετυμολογία

ξάδερφος < εξάδελφος

Ουσιαστικό

ξάδερφος αρσενικό, ξαδέρφη θηλυκό

  1. ο γιος του αδελφού ή της αδελφής ενός από τους γονείς μου
  2. δεύτερος ξάδερφος: ο γιος του εξάδελφου ή της εξαδέλφης ενός από τους γονείς μου

Συγγενικά

Μεταφράσεις